Σελίδες

Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Η Ιστορία του τόπου

Μαρκόπουλο

Το Μαρκόπουλο, είναι μια μικρή προαστιακή πόλη του δήμου Μαρκόπουλου Μεσογαίας στην ΝΑ Αττική, στην κοιλάδα των Μεσογείων. Το Μαρκόπουλο απλώνεται στην κοιλάδα των Μεσογείων μαζί με τα Σπάτα, την Παιανία, το Κορωπί και τμήμα της περιοχής Καλυβίων. Στα Ανατολικά ορίζεται από τις παράλιες περιοχές της Βραυρώνας και του Πόρτο – Ράφτη, τους δυο κύριους οικισμούς του δήμου. 


Στην περιοχή του σημερινού Μαρκοπούλου είχε εγκατασταθεί το 1420 περίπου, η οικογένεια του Γιάννη Μαρκόπουλου, δημιουργώντας το χωριό «Γιάννη Μαρκόπουλο», όπως φαίνεται από το Σαντζάκι του Ευρίπου, τουρκικό έγγραφο φορολογικού περιεχομένου του 1506 μ.Χ. Ο Μαρκόπουλος ήταν ένας από τους Αρβανίτες που ήλθαν να εποικίσουν την Αττική μετά από παρότρυνση των Φλωρεντίνων Ατζαγιόλι. Οι φερτοί Αρβανίτες μαζί με λίγους αυτόχθονες δημιούργησαν το σημερινό Μαρκόπουλο. Το Μαρκόπουλο, αλλά και όλη η Αττική, καταλαμβάνεται το 1456 από τους Τούρκους και συμμετέχει στην επανάσταση του 1821. 
Το 1835 το Μαρκόπουλο γίνεται Δήμος με 1344 κατοίκους και περιλαμβάνει τα χωριά Κουρσαλά (Κορωπί), Βάρη, Νέες Βραώνες, Παλαιές Βραώνες, Σπάτα, Μπάλα, Βρούβα, Βελανδίτσα, Πετρίτσα, Ραφήνα, Ντασύ, Βαθύ Πηγάδι. 
Το 1840 το Μαρκόπουλο ανήκει στο Δήμο Κεκρωπίας που προήλθε από τη συνένωση του Δήμου Αραφήνος με το Δήμο Μυρρινούντος (Λιόπεσι), ενώ δύο χρόνια αργότερα ο Δήμος Κεκρωπίας μετονομάσθηκε σε Δήμο Κρωπίας με έδρα το Κορωπί. 
Το 1847 το Μαρκόπουλο γίνεται πρωτεύουσα του Δήμου Κρωπίας (Β. Δ. ΦΕΚ 34, 1847), στον έχουν προσαρτηθεί και οι περιοχές: Δάγλα, Πόρτο - Ράφτη, Άγιος Σπυρίδωνας, Πρασάς, Κουρούνι, Ραφτοπούλα, Βραώνα, Αλυκός, Φλέβες, Πατρόκλου, Ασπρονήσια, Κοκκινονήσια, Πικέρμι.
Κατά την περίοδο των Δήμων - 1835 έως 1914 χτίστηκε η μητρόπολη του Μαρκοπούλου, ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος με σχέδια των Τσίλερ - Ραζή, το Δημαρχιακό μέγαρο, το Πρώτο Δημοτικό Σχολείο, ο Σιδηροδρομικός Σταθμός, ενώ συστήθηκε η αγροφυλακή και η αστυνομία.
Το 1914 το Μαρκόπουλο έγινε Κοινότητα (Β. Δ. 31.08.1912 ΦΕΚ Α262/1912) περιλαμβάνοντας τους οικισμούς: Μαρκόπουλο, Δάγλα, Πόρτο - Ράφτη, Άγιο Σπυρίδωνα, Πρασά, Βραώνα, ενώ από το 1953 το Πόρτο Ράφτη μετονομάσθηκε σε Λιμένα Μεσογαίας. 
Kατά την περίοδο 1914-1965 τέθηκαν οι πρώτες βάσεις για την αστική εξέλιξη του Μαρκοπούλου. Τότε λειτούργησαν οι Κοινότητες, εκπονήθηκε και εφαρμόσθηκε το σχέδιο πόλεως Μαρκοπούλου και τμήματος του Πόρτο - Ράφτη, χαράχθηκαν οι περιφερειακές οδοί Μαρκοπούλου, κατασκευάσθηκε η οδός Μαρκοπούλου - Πόρτο - Ράφτη, κτίσθηκε το Β’ Δημοτικό Σχολείο, εξασφαλίστηκε ύδρευση και ηλεκτρικό ρεύμα και κατασκευάσθηκε το εργοστάσιο - οινοποιείο «ΜΑΡΚΟ». 


Το 1965 το Μαρκόπουλο έγινε πάλι Δήμος, με το Β. Δ. 4398/30.10.1964, ΦΕΚ 185/1964. Παράλληλα με την πολιτική ιστορία του Μαρκόπουλου, οι ανασκαφές στην περιοχή του Μαρκόπουλου άρχισαν από τα τέλη του 19ου αιώνα αποκαλύπτοντας μεγάλης σημασίας αρχαιολογικούς χώρους (Βραυρώνα, Μερέντα, Περατή κ.α.) και συνεχίζονται μέχρι σήμερα. Τα ευρήματα χρονολογούνται από τους νεολιθική και μυκηναϊκή περίοδο μέχρι την κλασική, ελληνιστική εποχή αλλά και τους βυζαντινούς και νεότερους χρόνους. Οι τελευταίες αρχαιολογικές έρευνες στην περιοχή του νέου Ιππικού Κέντρου αποδεικνύουν για άλλη μια φορά τη συνεχή ανθρώπινη παρουσία από τη νεολιθική εποχή μέχρι σήμερα.
Οι αρχαιότητες που εντοπίστηκαν, σε πολλές περιπτώσεις προστατεύονται με διατάξεις ενώ για τη γύρω περιοχή έχουν οριστεί όροι δόμησης και χρήσης,. Επίσης μνημεία έχουν κηρυχθεί προστατευόμενα με νόμους ενώ πολλά νεότερα κτίρια έχουν κριθεί διατηρητέα. Οι εκθέσεις του αρχαιολογικού έργου δημοσιεύθηκαν σε πολλά αρχαιολογικά περιοδικά που εκδίδονται από τα τέλη του 19ου αιώνα, σε μονογραφίες, μελέτες αλλά και σε αποτελέσματα επιστημονικών συνεδρίων.



Πόρτο Ράφτη

Το λιμάνι του Πόρτο-Ράφτη υπήρξε από αρχαιοτάτων χρόνων η πύλη της Αττικής προς το ΒΑ Αιγαίο και τον Εύξεινο Πόντο όπως μαρτυρείται από τα αρχαιολογικά ευρήματα και αναφέρεται στη μυθολογία. Ο Πόντος υπήρξε σημαντική πηγή τροφοδοσίας των Αθηνών με σιτάρι γεγονός που παρότρυνε τους Αθηναίους, να ελέγχουν στρατιωτικά τη θαλάσσια οδό που οδηγούσε στα στενά του Ελλησπόντου και του Βοσπόρου.
Κατά την Πρωτοελλαδική εποχή (3η χιλιετία) στην περιοχή του κόλπου των Πρασιών, στην Πούντα, αναπτύχθηκε μικρός οικισμός και ένα μεγάλος μυκηναϊκός οικισμός με νεκροταφείο, στο ρέμα της Περάτης. Τα ευρήματα του νεκροταφείου τεκμηριώνουν την ακμή της περιοχής και τις σχέσεις της με την υπόλοιπη Μεσόγειο. 
Κατά τους ιστορικούς χρόνους στο νότιο τμήμα του Πόρτο-Ράφτη αναπτύχθηκε ο αρχαίος δήμος των Πρασιών ενώ στο βόρειο τμήμα του ο δήμος της Στειριάς. Η αρχαιολογική έρευνα αποκάλυψε στις Πρασιές το ιερό του Δηλίου Απόλλωνα, η λατρεία του οποίου αρχίζει στους μυκηναϊκούς χρόνους και διαρκεί μέχρι τους πρωτοχριστιανικούς. To αρχαίο όνομα του οικισμού στο νότιο τμήμα του κόλπου, Πρασιαί, διατηρήθηκε μεταλλαγμένο σε Πρασάς ή, στα αρβανίτικα, Μπρασά, και αναφέρεται από αρκετούς περιηγητές, όπως οι J. Stuart στα 1787, W. Μ. Leake στα 1802, Ε. Dodwell στα 1805 και C. Wordsworth στα 1837. Ο αρχαιολόγος Η. G. Lolling (1879), στο άρθρο του για τις Πρασιές, επισημαίνει λείψανα μώλου μέσα στη θάλασσα, ανάμεσα στον Άγιο Νικόλαο και τον Άγιο Σπυρίδωνα. 


Στους ελληνιστικούς χρόνους η Κορώνη εμφανίζεται οχυρωμένη. Τότε, ο ναύαρχος του Πτολεμαίου Β’, Πάτροκλος φρόντισε για τη στρατιωτική ενίσχυση της περιοχής μετά από αίτηση των Αθηναίων για βοήθεια στην αντιμετώπιση των Μακεδόνων. Οι ανασκαφές του οχυρού αποκάλυψαν πολλά νομίσματα των Πτολεμαίων. 
Το λιμάνι του Πόρτο Ράφτη υπήρξε πάντα ένα μια εναλλακτική λύση λιμανιού για την Αθήνα, όπως αναφέρεται και σε κείμενα περιηγητών, από τον ύστερο Μεσαίωνα μέχρι τους νεώτερους χρόνους. Σημείο κατατεθέν στην είσοδο του λιμανιού το άγαλμα που προσιδίαζε σε ράφτη και έδωσε το όνομα του σε αυτό.


Ο περιηγητής Niccolo da Martoni που αποβιβάστηκε το 1395, στο Πόρτο Ράφτη αναφέρει πρώτος τα δύο αγάλματα, στο Ράφτη και τη Ραφτοπούλα. Μερικοί, όπως ο J. C. Hobhouse, πιστεύουν ότι το νησί Ράφτης χρησίμευε παλαιότερα ως φάρος. Ο Γερμανός αρχαιολόγος L. Ross (1834) ήταν ο πρώτος που αντιλήφθηκε σωστά ότι το άγαλμα του “ράφτη” παρίστανε όχι άνδρα, αλλά γυναίκα, θεότητα ή αυτοκράτειρα, είτε τη Ρηγίλλα, σύζυγο του Ηρώδη Αττικού.
Στη διάρκεια των πρώτων χριστιανικών αιώνων (4ος-7ος αι. μ.Χ.) αναπτύσσονται παράλιοι οικισμοί ως συνέχεια των προϋπαρχόντων στις ίδιες θέσεις με τους αρχαίους δήμους. 
Στη θέση "Δρίβλια", όπου τοποθετείται ο αρχαίος δήμος της Στειριάς αποκαλύφθηκαν τμήματα ενός τέτοιου οικισμού. Τα ερείπια μιας τρίκλιτης παλαιοχριστιανικής βασιλικής, οργανωμένο νεκροταφείο, δημόσιο κτήριο, (φιλοσοφική σχολή;), λουτρικό συγκρότημα, λείψανα οικιών και σημαντικά κινητά ευρήματα, όπως γλυπτά, νομίσματα, κεραμικά, αντικείμενα μικροτεχνίας είναι ενδεικτικά της ακμής του πρωτοχριστιανικού αυτού οικισμού.
Στη θέση του ιερού του Απόλλωνα των Πρασιών εντοπίστηκε μια πρώιμη χριστιανική εκκλησία. Από το 12ο και παράλληλα με τη σταδιακή κατάρρευση της βυζαντινής αυτοκρατορίας και οι συχνές πειρατικές επιδρομές στη Μεσόγειο έπληξαν ιδιαίτερα τις παράλιες περιοχές με αποτέλεσμα τη μετοίκηση των κατοίκων στην ενδοχώρα. Ο βυζαντινός ναός της Αγ. Κυριακής χτίστηκε στη θέση «Μοναστήρι», ανατολικά της «Δρίβλιας» σε περιοχή φυσικά προστατευμένη και αθέατη από τη θάλασσα. 
Από το 13ο αι. οι δυτικοί κατακτητές κτίζουν μια σειρά πύργων κατάλοιπα των οποίων αναγνωρίζουμε μέχρι σήμερα στη Βραώνα, στο Πόρτο Ράφτη, στη Δάγλα).
Στα όψιμα χρόνια της τουρκοκρατίας ο όρμος του Πόρτο Ράφτη αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα
αγκυροβόλια των ανατολικών ακτών της Αττικής. Οι εκκλησίες του Αγ. Σπυρίδωνα, του Αγ. Νικολάου και της Αγ. Μαρίνας, διατρέχουν από βορρά προς νότο το τόξο του λιμανιού και είναι απτές αποδείξεις της θρησκευτικής πίστης. 


Ο 20ο αιώνας βρίσκει το Πόρτο Ράφτη ένα ήσυχο όρμο με ένα μικρό οικισμό ψαράδων αποτελούμενο από ελάχιστα σπίτια εκεί όπου σήμερα βρίσκεται το λιμάνι, καθώς και μερικά μεμονωμένα σπιτάκια διάσπαρτα από τον Άγιο Σπυρίδωνα έως το Αυλάκι. Για το πρώτο μισό τουλάχιστον, του αιώνα μας το λιμάνι είχε εμπορική χρήση, αφού μέσω αυτού έρχονταν σε καθημερινή βάση τα φρέσκα λαχανικά από τα νησιά των Κυκλάδων προκειμένου να τροφοδοτηθεί η Αθήνα. 
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι το Πόρτο Ράφτη υπήρξε για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα το λιμάνι που χρησιμοποιούσε αποκλειστικά η Βιομηχανία Σιγαρέττων Καβάλας για τον εφοδιασμό του πληθυσμού της πρωτεύουσας με τσιγάρα.
Από τα αρχεία του Δήμου φαίνεται ότι τα δικαιώματα διακίνησης των προϊόντων αποτελούσαν μία από τις αξιολογότερες πηγές εσόδων του Μαρκοπούλου. Το λιμάνι χρησιμοποιούσε και ο συνεταιρισμός ΜΑΡΚΟ για τον εφοδιασμό των νησιών και της Βόρειας Ελλάδας με κρασί και μούστο, καθώς και για τις εξαγωγές των παραπάνω προϊόντων στη Μασσαλία. 
Ο Λιμήν Μεσογαίας παραλίγο να αποτελέσει την αφετηρία του σιδηροδρόμου της Αττικής, προτιμήθηκε όμως ο Πειραιάς και έτσι η αρχική σκέψη έμεινε στα χαρτιά.
Σήμερα ο Λιμήν Μεσογαίας ή Πάνορμος ή Πρασιές ή Πόρτο Ράφτη είναι ένας οικισμός τριών χιλιάδων μονίμων κατοίκων και θέρετρο ογδόντα περίπου χιλιάδων καλοκαιρινών οικιστών.

Μερέντα

Οι φιλολογικές και ιστορικές πηγές επιβεβαιώνουν την ιστορικότητα του ονόματος Μερέντα αλλά και της περιοχής που κατονομάζει. Υπάρχει η αναφορά για τον Μυρρινούσιο βασιλιά Κόλαινο, ο οποίος βασίλευε στην περιοχή της σημερινής Μερέντας. Οι δήμοι: Μυρρινούς (Μερέντα), Πρασιές (Πρασάς ή Μπρασάς), Στειρία (Ντρίβλια), Κύθηρος (Λιγόρι), Αγγελή (Αγγελίσι), Φιλαίδες (Βραώνα), αλλά και το Ιερό της Αρτέμιδος στη Βραώνα, εντοπίζονται ιστορικά στη σημερινή περιοχή Μαρκοπούλου και συμμετείχαν στην Αθηναϊκή επικράτεια με άλλους 168 ΄΄Κλεισθένιους Δήμους΄΄.
Οι αρχαίοι Δήμοι της περιοχής του σημερινού Μαρκοπούλου συρρικνώθηκαν και μεταλλάχτηκαν σε
μικρούς αγροτικούς οικισμούς κατά τους Ρωμαικούς Χρόνους.


Κατά τους Βυζαντινούς χρόνους δε, καταστράφηκε ό,τι είχε απομείνει από τα αρχαία μνημεία. 
Το 13ο αιώνα επιβάλλονται στην περιοχή οι Γάλλοι δούκες Ντε λα Ρός. Αποδείξεις της παρουσίας τους οι δύο πύργοι, ο “Πύργος” της Βραώνας και ο “Πύργος” της Λιάδας. 
Από το 14ο αιώνα και για εβδομήντα χρόνια οι Καταλανοί κυριαρχούν με τρομοκρατία. Τους διαδέχονται οι Φλωρεντίνοι Ατζαγιόλι στα τέλη του 14ου και το μισό 15ο αιώνα. 
Με δική τους πρωτοβουλία κάλεσαν αλβανόφωνα Ηπειρωτικά φύλα, ελληνικής καταγωγής να εποικίσουν τον τόπο.


Πηγή: Από μελέτη του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου